
Μονόδρομος είναι κάποιες φορές η χειρουργική αντιμετώπιση των σπονδυλικών καταγμάτων, η επιλογή της οποίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη νευρολογική κατάσταση του ασθενή, αν δηλαδή ο νωτιαίος μυελός και τα νεύρα έχουν υποστεί τραυματισμό. Μάλιστα, κάποια κατάγματα απαιτούν άμεση χειρουργική αντιμετώπιση, προκειμένου να προστατευθεί ο νωτιαίος μυελός. Επίσης, η σταθερότητα ή μη της σπονδυλικής στήλης μετά το κάταγμα είναι σημαντικός παράγοντας για το αν θα επιλεγεί το χειρουργείο.
Τα σπονδυλικά κατάγματα χαρακτηρίζονται από ιδιαιτερότητες σε σχέση με τα υπόλοιπα κατάγματα, καθώς οι συνέπειές τους στον νωτιαίο μυελό και τις νευρικές ρίζες μπορεί να είναι καθοριστικές για τη λειτουργικότητα του ατόμου. Συνήθως δε προκαλούνται από τροχαία ατυχήματα, αθλητικές κακώσεις ή πτώσεις, με τις τελευταίες να σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με τα οστεοπορωτικά κατάγματα, όπου η οστική φθορά έχει ως συνέπεια ακόμα και μια μικρή κάκωση να οδηγεί σε συμπίεση των σπονδύλων. Ενδέχεται επίσης να προκληθούν εξαιτίας ενός όγκου στη σπονδυλική στήλη.
Πότε ενδείκνυται το χειρουργείο
Σε ποιες περιπτώσεις όμως συστήνεται η χειρουργική αντιμετώπιση των σπονδυλικών καταγμάτων;
Η χειρουργική αντιμετώπιση συστήνεται στην περίπτωση πολλών οστεοπορωτικών καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης που συνήθως αφορούν τα άτομα μεγαλύτερων ηλικιών. Οι ορθωτικοί κηδεμόνες είναι συχνά επιβαρυντικοί για τους ηλικιωμένους ασθενείς, καθώς η εφαρμογή τους απαιτεί καθήλωση έως και τριών μηνών, με τους έντονους πόνους, τη δυσκολία στις κινήσεις και την αποχή από τις δραστηριότητές τους να λειτουργούν αποτρεπτικά και να προλειαίνουν ουσιαστικά το έδαφος για τη χειρουργική προσέγγιση που συνήθως περιλαμβάνει διαδερμικές τεχνικές, όπως η σπονδυλοπλαστική και η κυφοπλαστική.
Η χειρουργική αντιμετώπιση ενδείκνυται επίσης σε περιπτώσεις ασταθών καταγμάτων, όταν ένα μη ανατάξιμο κάταγμα επιδεινώνεται νευρολογικά όσο περνά ο καιρός, όταν ένα κάταγμα παραμένει ασταθές μετά από ανάταξη, αλλά και όταν διαπιστώνεται νευρολογική βλάβη σε ένα ασταθές κάταγμα ή πίεση στον νευρικό ιστό. Επίσης, στις περιπτώσεις πολυτραυματιών προκρίνεται η χειρουργική οδός, ώστε να αντιμετωπιστούν ταχύτερα οι τραυματισμοί και η νοσηλευτική πορεία να είναι ομαλότερη. Συχνά επίσης το χειρουργείο επιλέγεται για τα σπονδυλικά κατάγματα προκειμένου να προληφθεί ο χρόνιος πόνος και το νευρολογικό έλλειμμα και να αποφευχθεί η μετατραυματική κυφωτική παραμόρφωση.
Σε μεγάλο βαθμό η χειρουργική αντιμετώπιση συστήνεται ώστε να προληφθούν τυχόν νευρολογικές επιπλοκές, το ενδεχόμενο των οποίων μειώνεται σημαντικά τα τελευταία χρόνια με την εφαρμογή σύγχρονων χειρουργικών μεθόδων. Άλλωστε, ο βασικότεροι σκοποί του χειρουργείου για την αντιμετώπιση ενός σπονδυλικού κατάγματος είναι να αποσυμπιεστεί ο νευρικός ιστός και να αποκατασταθεί η σπονδυλική στήλη.
Η χειρουργική θεραπεία μπορεί να λάβει διάφορες μορφές, ανάλογα με το είδος και τη σοβαρότητα του σπονδυλικού κατάγματος. Έτσι στις επιλογές του χειρουργού περιλαμβάνονται από έγχυση οστικού τσιμέντου μέχρι σπονδυλοδεσίες που απαιτούν χρήση βιδών και αντικατάσταση σπονδύλων.
Η σπονδυλοδεσία συνιστάται συνήθως σε κατάγματα μετά από τραυματισμό και δη όταν αυτά έχουν ως συνέπεια την εμφάνιση οστικών θραυσμάτων που πιέζουν τις νευρικές δομές και προκαλούν μυϊκή αδυναμία ή διαταραχές στη βάδιση. Ενδείκνυται επίσης σε περιπτώσεις όγκων που έχουν διηθήσει τον σπονδυλικό σωλήνα. Κατά την επέμβαση τοποθετούνται εμφυτεύματα στη σπονδυλική στήλη, όπως είναι για παράδειγμα οι βίδες, ώστε οι πάσχοντες σπόνδυλοι να ενωθούν και να μην μετακινούνται, ευνοώντας την αποκατάσταση του τραύματος.
Εναλλακτική λύση της σπονδυλοδεσίας είναι η κυφοπλαστική, μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική μέθοδος. Προτείνεται σε ασθενείς μεγαλύτερων ηλικιών και συγκεκριμένα σε οστεοπορωτικά σπονδυλικά κατάγματα. Κατά τη διάρκειά της και υπό συνεχή ακτινοσκοπικό έλεγχο εισάγεται μέσω μιας πολύ μικρής τομής ειδική κάνουλα που επιτρέπει να εισέλθει στον πληγέντα σπόνδυλο ένα ειδικό μπαλόνι το οποίο φουσκώνει με σκοπό να τον επαναφέρει στο αρχικό του ύψος. Στη συνέχεια το μπαλόνι ξεφουσκώνει και αφαιρείται, αφήνοντας πίσω του μια κοιλότητα όπου εγχύεται ειδικό ιατρικό τσιμέντο, το οποίο στερεοποιείται αμέσως.
Η επιλογή του χειρουργού που θα χειριστεί ένα σπονδυλικό κάταγμα είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς η χειρουργική προσέγγιση της σπονδυλικής στήλης απαιτεί εμπειρία και εξειδίκευση και πρέπει να σχεδιάζεται με μεγάλη προσοχή.

